Το να αναπτύξει μία ανθρωπιστική πρωτοβουλία η πατρίδα μας στη Λιβύη είναι κάτι απολύτως κατανοητό και αποδεκτό, παρά το ότι αντίστοιχη συμφορά έχουμε υποστεί κι εμείς που μάλιστα αποτιμάται όχι μόνο σε νεκρούς και τεράστιες καταστροφές σε υποδομές και περιουσίες, αλλά και με μακροχρόνιες επιπτώσεις οικονομικές και κοινωνικές.
Είναι κατανοητό και αποδεκτό, δεδομένης της έντονης τουρκικής παρουσίας στη χώρα αυτή και της έντονης επιρροής που ασκεί ο νεοσουλτάνος της γείτονος στην κυβέρνησή της. Αυτό που δεν είναι αποδεκτό είναι το γεγονός ότι η ανθρωπιστική αυτή αποστολή δεν προστατεύθηκε από ελληνικές ειδικές δυνάμεις. Τα μέλη της αποστολής, ελλαδίτες αλλά και μέλη της ελληνικής κοινότητας της Βεγγάζης, στην κυριολεξία αφέθηκαν στη μοίρα τους και στο έλεος της «προστασίας» των λιβυκών δυνάμεων και συνοδών τους, που αποδείχθηκαν τραγικά ανεπαρκείς για κάτι τέτοιο.
Για τις συνθήκες του τουλάχιστον περίεργου «δυστυχήματος» ελπίζουμε να ριχτεί άπλετο φως στην υπόθεση, αν και οι μέχρι στιγμής χειρισμοί της ελληνικής κυβέρνησης δεν προϊδεάζουν για κάτι τέτοιο. Η μνήμη των νεκρών μας όμως απαιτεί δικαίωση.
Πίσω, όμως, από το τραγικό αυτό γεγονός υπάρχει και μία εξίσου τραγική ιστορική σύμπτωση. Στην ίδια περιοχή, κοντά στην πόλη Ντέρνα, όπου έγινε το δυστύχημα, πριν από 218 χρόνια, το χώμα ποτίστηκε και πάλι με αίμα ελληνικό. Επρόκειτο για την πρώτη εκστρατεία αμερικανικών δυνάμεων εκτός του εδάφους της χώρας τους, όταν τότε οι ΗΠΑ είχαν εκστρατεύσει εναντίον του Γιουσούφ Καραμανλή, άρχοντα της Τρίπολης, επειδή αυτός τους είχε κηρύξει τον πόλεμο απαγορεύοντας στα εμπορικά πλοία τους να πλέουν στη Μεσόγειο!
Το εκστρατευτικό σώμα των Αμερικανών πεζοναυτών πλαισιωνόταν και από μισθοφόρους, μεταξύ των οποίων και σαράντα Έλληνες, που προετοιμάζονταν για τον μεγάλο ξεσηκωμό του Γένους, που ακολούθησε λίγα χρόνια αργότερα. Μάλιστα, ο ρόλος των Ελλήνων ήταν καθοριστικός κατά τη μεγάλη μάχη που δόθηκε για την κατάληψη της Ντέρνας. Ο WilliamEaton, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Τυνησία, που ανέλαβε να συγκροτήσει το εκστρατευτικό αυτό σώμα, έγραψε χαρακτηριστικά στα απομνημονεύματά του:
«Από τους λίγους Χριστιανούς που πολέμησαν στην ακτή, οι απώλειες ήταν 14, νεκροί και τραυματίες, τρεις ήταν πεζοναύτες, ένας νεκρός και οι άλλοι δύο τραυματίες, οι υπόλοιποι Έλληνες, οι οποίοι σε αυτή τη μικρή υπόθεση φάνηκαν αντάξιοι του αρχαίου χαρακτήρα τους».
Αυτή η αναφορά του Ήτον δεν αφορούσε μόνο στη γενναιότητα που επέδειξαν κατά την ώρα της μάχης, αλλά και στον καθοριστικό τους ρόλο στην αντιμετώπιση των Αράβων μισθοφόρων που είχαν λίγο πριν τη μάχη στασιάσει εκβιάζοντας για την καταβολή των μισθών τους πριν ξεκινήσει η μάχη. Μόνο χάρη στην αποδοχή των Ελλήνων μισθοφόρων, να δανείσουν στον Ήτον από τα δικά τους χρήματα για να πληρωθούν οι στασιαστές, η στάση κατεστάλη και η μάχη που ακολούθησε ήταν τελικά νικηφόρα.
Λεπτομέρειες για όλα αυτά μπορεί κανείς να διαβάσει στο βιβλίο του Ανδρέα Ζαπουνίδη με τίτλο «Αμερικανοί πεζοναύτες και Έλληνες μισθοφόροι – Η πρώτη νίκη των ΗΠΑ εκτός συνόρων» (εκδόσεις «Σάλη», 2019).
Δυστυχώς, μετά την 27η Απριλίου 1805, το χώμα της Ντέρνα ξαναποτίστηκε με αίμα ελληνικό, αλλά αυτή τη φορά άδοξα. Η μνήμη των πέντε νεκρών Ελλήνων απαιτεί δικαίωση και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με άπλετο φως στα γεγονότα και κυρίως με το να εξηγήσουν οι αρμόδιοι με ποια λογική αναχώρησε αυτή η αποστολή χωρίς ουσιαστική προστασία σε μία χώρα που εδώ και χρόνια σπαράσσεται από εμφύλιες διαμάχες και στην οποία εχθρική προς την πατρίδα μας χώρα έχει αναπτυγμένες ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις.